Λοιμώξεις και Φλεγμονές της Ουροδόχου Κύστεως
Οξεία Κυστίτιδα
Οφείλεται σε ανιούσα μόλυνση της Ουροδόχου Κύστεως από μικρόβια που προέρχονται από το γαστρεντερικό σωλήνα.
Είναι πιο συχνή στις γυναίκες. Εκδηλώνεται με κάψιμο, τσούξιμο κατά την ούρηση, συχνουρία και επιτακτικότητα. Κάποια φορά υπάρχει και συνοδός αιματουρία.
Στην εξέταση ούρων βρίσκουμε πυουρία, βακτηριουρία και αιματουρία. Αντιμετωπίζεται με αντιβιοτική αγωγή.
Υποτροπιάζουσα Κυστίτιδα
Μπορεί να οφείλεται σε εμμονή της μόλυνσης ή σε επαναμόλυνση. Στην εμμονή παραμένει το ίδιο μικρόβιο το οποίο δεν εκριζώθηκε από την αντιβιοτική αγωγή και μπορεί να υπάρχει κάποιος προδιαθεσικός παράγοντας που πρέπει να διαγνωστεί και να αντιμετωπιστεί. Στην επαναμόλυνση έχουμε λοίμωξη από νέο μικρόβιο και δεν προϋπάρχει κάποια ανωμαλία.
Χρόνια Κυστίτιδα
Συνήθως οφείλεται στην ύπαρξη κάποιου παράγοντα που συντηρεί τη λοίμωξη όπως στένωμα ουρήθρας, νευρολογικές ή συστηματικές παθήσεις όπως ο σακχαρώδης διαβήτης κλπ.
Άλλες φορές μπορεί να οφείλεται σε φλεγμονή γειτονικών οργάνων όπως πχ. Το παχύ έντερο. Εκδηλώνεται με τα ίδια αλλά σε πιο ήπια μορφή, συμπτώματα της οξείας κυστίτιδας.
Μερικές φορές παρουσιάζει εξάρσεις οπότε τα συμπτώματα είναι ίδια σε ένταση με αυτά της οξείας μορφής.
Διάμεση Κυστίτιδα
Πρόκειται για αγνώστου αιτιολογίας νόσο. Εκδηλώνεται με υπερηβικό πόνο που έχει σχέση με την ποσότητα των ούρων που περιέχονται στην Ουροδόχο Κύστη.
Επίσης μπορεί να συνυπάρχουν συχνουρία, νυκτουρία, χαρακτηριστικά ενδοσκοπικά και ιστολογικά ευρήματα, ενώ απουσιάζει ο μικροβιακός παράγοντας ή κάποια άλλη παθολογία.
Η διάγνωση γίνεται με κυστεοσκόπηση, κλινική εξέταση και με τον αποκλεισμό μιας σειράς άλλων καταστάσεων στις οποίες μπορεί να οφείλονται τα συμπτώματα.
Η θεραπεία της νόσου μπορεί να είναι φαρμακευτική, με έκχυση φαρμακευτικών ουσιών στην Ουροδόχο Κύστη ή με ελάχιστα επεμβατικές και χειρουργικές θεραπευτικές προσεγγίσεις.
Ακτινική Κυστίτιδα
Λόγω ακτινοβολίας της Ουροδόχου Κύστης, του Προστάτη, του Ορθού και των Έσω Γεννητικών οργάνων της γυναίκας στο πλαίσιο αντιμετώπισης νεοπλασιών.
Το τοίχωμα του οργάνου γίνεται λιγότερο ελαστικό και μειώνεται η χωρητικότητα του με αποτέλεσμα να παρουσιάζονται συμπτώματα όπως συχνουρία και επιτακτική ούρηση.